Το λημνιό είναι μια ποικιλία αμπέλου που επιδεικνύει αναμφίβολα, το βάθος της πρότασης των σύγχρονων ελληνικών κρασιών στο σημερινό οινικό κόσμο. Είναι ένα σταφύλι που αναφέρεται για πρώτη φορά από πολυάριθμους αρχαίους έλληνες συγγραφείς, όπως είναι ο Όμηρος, ο Ησίοδος και ο Πολυδεύκης, κάτι που εντείνει τη μοναδικότητά του. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως αυτή η ερυθρή ποικιλία, που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ερυθρών ξηρών κρασιών, διατηρεί τη σημασία της και στις μέρες μας, ακόμα και σε περιοχές όπου βρέθηκε στο μακρινό παρελθόν, όπως είναι η ιστορική περιοχή της Μαρώνειας.
Τα κρασιά από λημνιό έχουν χρώμα μέτριου βάθους, κομψά αρώματα μύτης και στόματος, στα οποία κυριαρχούν χαρακτήρες φρέσκων αρωματικών βοτάνων και κόκκινων φρούτων του δάσους. Στο στόμα έχουν μέτρια οξύτητα, μέτριες και μεταξένιες ταννίνες, εύρος και σχετικά υψηλή αλκοόλη. Το παράδοξο είναι πως το λημνιό υπάρχει μεν, αλλά δεν είναι πολύ διαδεδομένο στη Λήμνο, που θεωρείται η γενέτειρά του και του έχει δώσει το όνομά της (το ντόπιο όνομα της ποικιλίας στο νησί είναι καλαμπάκι). Η πλειονότητα των φυτεύσεών του βρίσκεται στον αμπελώνα της Βόρειας Ελλάδας. Πολύ καλά δείγματα προέρχονται ιδιαίτερα από τον αμπελώνα στη Χαλκιδική (ΠΟΠ Πλαγιές Μελίτωνα) και τη Μαρώνεια Θράκης. Τα μονοποικιλιακά κρασιά από λημνιό έχουν συνήθως πολύ ελαφρύ στυλ, ενώ κατά κύριο λόγο δεν ωριμάζουν σε βαρέλι.